Από την απλή απεικόνιση στον “μεταφυσικό ρεαλισμό”

του Ν.Κ.

Οι χαρές που πήρα από την τέχνη ήτανε πολλές και τις πήρα προπάντων όταν  άρχισα να  ζωγραφίζω, τότε που η δουλεία μου ήτανε πρωτόλεια ακόμα. Τότε πίστευα πως η τέχνη και ειδικά η ζωγραφική  , είναι μια όμορφη απασχόληση , μια σπάνια ευχαρίστηση του χεριού και της ψυχής και αφάνταστα λυτρωτική. Όμως , καθώς τα χρόνια κυλούσαν, μέσα από εντατική δουλεία, συναντήθηκα αναπόφευκτα με αυτό που λέμε καλλιτεχνική συνείδηση και τότε είδα ολοκάθαρα πως  η ζωγραφική είναι μια πάρα πολύ δύσκολη υπόθεση και παρά τη γοητεία της την ένοιωθα τώρα τυραννική.

Γεννημένος σε χωριό και μεγαλωμένος σ ΄επαρχιακή  πόλη, κουβαλούσα μέσα μου κάθε λογής φόβους ενοχές και συμπλέγματα  και άπειρες φορές σκέφτηκα πανικόβλητος, πως πήρα λαθεμένο δρόμο και πως θα έπρεπε να γυρίσω πίσω. Ευτυχώς για μένα , σ΄ εκείνη την κρίση μη στιγμή, δυο-τρεις άνθρωποι μου έδωσαν τόσο θάρρος, ώστε συνέχισα. Για αυτούς τους ανθρώπους  έχω για πάντα κλείσει μέσα μου ένα μεγάλο ευχαριστώ.

Στην τελευταία μου εργασία  που παρουσίασα στις δύο τελευταίες εκθέσεις ( 1978και1979), με ρώτησαν πως θα μπορούσα να χαρακτηρίσω αυτή τη φάση της  δουλείας μου ,εγώ ο ίδιος.  Απάντησα σχεδόν αυθόρμητα , πως θα έδινα τον χαρακτηρισμό  μεταφυσικός ρεαλισμός , γιατί τούτη την περίοδο αυτό ακριβώς είναι η εσωτερική μου ανάγκη. Δηλαδή μέσω του ρεαλισμού  να  εκφράσω τη μεταφυσική διάσταση των πραγμάτων.

Πίστευα πάντα  και εξακολουθώ να πιστεύω , πως η ψυχή του ανθρώπου κλείνει μέσα της  την αγιότητα. Αν λοιπόν η ψυχή εναποθέτει την εικόνα της στην τέχνη, τότε η τέχνη και αγιότητα έχει  και ιερή είναι. Από μια τέτοια σκοπιά, η υπόθεση της τέχνης γίνεται για μένα μια από τις πιο άγιες ανάγκες του ανθρώπου, με μοναδικό σκοπό τον πνευματικό διάλογο , όχι πια  για τη λύτρωση μα για την κάθαρση.

Νικίτας Φλέσσας – “Ζυγός”

Νοέμβριος – Δεκέμβριος 1979